Anonymous

βαθύξυλος: Difference between revisions

From LSJ
3
(7)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[βαθύξυλος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> (για [[περιοχή]]) με [[πυκνά]] [[δέντρο]]<br /><b>2.</b> (για [[φωτιά]]) από μεγάλο σωρό ξύλων.
|mltxt=[[βαθύξυλος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> (για [[περιοχή]]) με [[πυκνά]] [[δέντρο]]<br /><b>2.</b> (για [[φωτιά]]) από μεγάλο σωρό ξύλων.
}}
{{lsm
|lsmtext='''βᾰθύξῠλος:''' -ον ([[ξύλον]]), πυκνόδεντρος, σε Ευρ.
}}
}}