Anonymous

γάποτος: Difference between revisions

From LSJ
3
(8)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[γάποτος]], -ον (Α)<br />αυτός που τον πίνει η γη, που χύνεται στο [[χώμα]] και απορροφάται («γάποτοι τιμαί» — οι νεκρικές χοές).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>γη</i> (δωρ. <i>γα</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>ποτος</i> <span style="color: red;"><</span> [[πίνω]].
|mltxt=[[γάποτος]], -ον (Α)<br />αυτός που τον πίνει η γη, που χύνεται στο [[χώμα]] και απορροφάται («γάποτοι τιμαί» — οι νεκρικές χοές).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>γη</i> (δωρ. <i>γα</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>ποτος</i> <span style="color: red;"><</span> [[πίνω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''γάποτος:''' -ον, [ᾱ], αυτός που απορροφάται από τη γη, λέγεται για τις σπονδές, σε Αισχύλ.
}}
}}