3,277,114
edits
(9) |
(3) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο (Α [[διάγλυπτος]], -ον) [[διαγλύφω]]<br /><b>1.</b> αυτός που φέρει γλυφές, διακοσμητικά σκαλίσματα<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το διάγλυπτον</i><br />το κοσμημένο με πολλές γλυφές. | |mltxt=-η, -ο (Α [[διάγλυπτος]], -ον) [[διαγλύφω]]<br /><b>1.</b> αυτός που φέρει γλυφές, διακοσμητικά σκαλίσματα<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το διάγλυπτον</i><br />το κοσμημένο με πολλές γλυφές. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''διάγλυπτος:''' -ον, χαραγμένος, [[γλυπτός]], εγχάρακτος, σε Ανθ. | |||
}} | }} |