Anonymous

διαλακτίζω: Difference between revisions

From LSJ
3
(9)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[διαλακτίζω]] (Α) [[λακτίζω]]<br />κλωτσάω, [[περιφρονώ]].
|mltxt=[[διαλακτίζω]] (Α) [[λακτίζω]]<br />κλωτσάω, [[περιφρονώ]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''διαλακτίζω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[σπάζω]] με το [[πόδι]] μου, με κλωτσιές, [[περιφρονώ]], σε Θεόκρ.
}}
}}