Anonymous

δοριπτοίητος: Difference between revisions

From LSJ
4
(9)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δοριπτοίητος]], -ον (Α)<br />φοβισμένος και διασκορπισμένος από τα δόρατα.
|mltxt=[[δοριπτοίητος]], -ον (Α)<br />φοβισμένος και διασκορπισμένος από τα δόρατα.
}}
{{lsm
|lsmtext='''δοριπτοίητος:''' -ον ([[πτοιέω]]), αυτός που διαλύεται, διασκορπίζεται από το [[δόρυ]], τρομάζει απ' τη [[μάχη]], σε Ανθ.
}}
}}