Anonymous

δοξοκόπος: Difference between revisions

From LSJ
4
(9)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δοξοκόπος]], ο (Α)<br />αυτός που κόπτεται για τη [[δόξα]], υπερβολικά [[φιλόδοξος]].
|mltxt=[[δοξοκόπος]], ο (Α)<br />αυτός που κόπτεται για τη [[δόξα]], υπερβολικά [[φιλόδοξος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''δοξοκόπος:''' -ον ([[κόπτω]]), αυτός που επιδιώκει [[φήμη]], ακόρεστα [[φιλόδοξος]].
}}
}}