3,277,002
edits
(10) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό (AM [[εἰκαστικός]], -ή, -όν) [[εικαστός]]<br /><b>1.</b> αυτός που έχει την [[ικανότητα]] να απεικονίζει, [[παραστατικός]]<br /><b>2.</b> αυτός που έχει την [[ικανότητα]] να εικάζει<br /><b>3.</b> «εικαστικές τέχνες» — αυτές που απεικονίζουν το [[ωραίο]] στον χώρο<br />ζωγραφική, [[γλυπτική]] και [[αρχιτεκτονική]]. | |mltxt=-ή, -ό (AM [[εἰκαστικός]], -ή, -όν) [[εικαστός]]<br /><b>1.</b> αυτός που έχει την [[ικανότητα]] να απεικονίζει, [[παραστατικός]]<br /><b>2.</b> αυτός που έχει την [[ικανότητα]] να εικάζει<br /><b>3.</b> «εικαστικές τέχνες» — αυτές που απεικονίζουν το [[ωραίο]] στον χώρο<br />ζωγραφική, [[γλυπτική]] και [[αρχιτεκτονική]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''εἰκαστικός:''' -ή, -όν, [[ικανός]] για [[αναπαράσταση]] ή πιθανολόγηση· <i>τὸ εἰκαστικόν</i>, η [[ικανότητα]], η [[δύναμη]] του να εικάζει [[κάποιος]], σε Λουκ. | |||
}} | }} |