Anonymous

ἔκκρουστος: Difference between revisions

From LSJ
4
(10)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἔκκρουστος]], -ον (AM)<br />[[έκτυπος]], [[ανάγλυφος]].
|mltxt=[[ἔκκρουστος]], -ον (AM)<br />[[έκτυπος]], [[ανάγλυφος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἔκκρουστος:''' -ον, αυτός που έχει δεχτεί χτυπήματα, που έχει αποκρουσθεί, [[ανάγλυφος]], [[σφυρήλατος]], σε Αισχύλ.
}}
}}