Anonymous

ἕκητι: Difference between revisions

From LSJ
4
(10)
(4)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἕκητι]] (AM)<br /><b>επίρρ.</b> <b>αρχ.-μσν.</b> [[χωρίς]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για πρόσ. και [[κυρίως]] θεούς) με την [[εύνοια]] ή τη [[χάρη]] κάποιου<br /><b>2.</b> (για άψυχα) για [[χάρη]] κάποιου<br /><b>3.</b> όσον αφορά σε [[κάτι]].
|mltxt=[[ἕκητι]] (AM)<br /><b>επίρρ.</b> <b>αρχ.-μσν.</b> [[χωρίς]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για πρόσ. και [[κυρίως]] θεούς) με την [[εύνοια]] ή τη [[χάρη]] κάποιου<br /><b>2.</b> (για άψυχα) για [[χάρη]] κάποιου<br /><b>3.</b> όσον αφορά σε [[κάτι]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἕκητι:''' Δωρ. και Αττ. ἕκᾰτι·<br /><b class="num">I.</b> μέσω, διαμέσου, εξαιτίας, με την [[αρωγή]], με τη [[βοήθεια]], Διὸς [[ἕκητι]], σε Ομήρ. Οδ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> [[ἕνεκα]], εξαιτίας, για λογαριασμό, [[χάριν]], σε Τραγ.· επίσης, ως προς, Λατ. [[quod]] attinet ad, σε Αισχύλ., Ευρ.
}}
}}