Anonymous

ἐλεημοσύνη: Difference between revisions

From LSJ
4
(11)
(4)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (AM [[ἐλεημοσύνη]])<br /><b>1.</b> [[συμπαράσταση]] [[προς]] τους πάσχοντες, [[ευσπλαγχνία]]<br /><b>2.</b> χρηματική ή [[άλλη]] [[βοήθεια]] [[προς]] τους φτωχούς και τους πάσχοντες<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />[[επιείκεια]], [[μετριοπάθεια]]<br /><b>μσν.</b><br />[[κατανόηση]].
|mltxt=η (AM [[ἐλεημοσύνη]])<br /><b>1.</b> [[συμπαράσταση]] [[προς]] τους πάσχοντες, [[ευσπλαγχνία]]<br /><b>2.</b> χρηματική ή [[άλλη]] [[βοήθεια]] [[προς]] τους φτωχούς και τους πάσχοντες<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />[[επιείκεια]], [[μετριοπάθεια]]<br /><b>μσν.</b><br />[[κατανόηση]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐλεημοσύνη:''' ἡ, [[οίκτος]], [[συμπάθεια]], [[έλεος]]· [[βοήθεια]] στους φτωχούς, [[φιλανθρωπία]], Αγγλ. alms = [[ελεημοσύνη]] (η οποία δημιουργήθηκε από [[παραφθορά]] και [[σύντμηση]] της ελλ. λέξης), σε Καινή Διαθήκη κ.λπ.
}}
}}