Anonymous

ἐπιβλής: Difference between revisions

From LSJ
4
(13)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπιβλής]], ο (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που προεξέχει<br /><b>2.</b> [[σύρτης]], [[μάνταλο]] της πόρτας<br /><b>3.</b> διασταυρούμενο [[δοκάρι]]<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «[[ἄκρον]] ἐπιβλῆτος» — η [[βάλανος]] του πέους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επί</i> <span style="color: red;">+</span> [[βλής]] «[[πεταμένος]]»].
|mltxt=[[ἐπιβλής]], ο (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που προεξέχει<br /><b>2.</b> [[σύρτης]], [[μάνταλο]] της πόρτας<br /><b>3.</b> διασταυρούμενο [[δοκάρι]]<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «[[ἄκρον]] ἐπιβλῆτος» — η [[βάλανος]] του πέους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επί</i> <span style="color: red;">+</span> [[βλής]] «[[πεταμένος]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐπιβλής:''' -ῆτος, ὁ ([[ἐπιβάλλω]]), [[μοχλός]] που προσαρμόζεται, εφαρμόζει μέσα σε [[κοίλωμα]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
}}