Anonymous

ἐπίλεκτος: Difference between revisions

From LSJ
4
(13)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἐπίλεκτος]], -ον) [[επιλέγω]]<br />[[εκλεκτός]], [[διαλεχτός]]<br /><b>μσν.</b><br />[[εκείνος]] που γίνεται με [[φροντίδα]]<br /><b>αρχ.</b><br />(για στρατιώτες) α) αυτός που κατατάχθηκε [[μετά]] από [[επιλογή]]<br />β) [[έκτακτος]].
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἐπίλεκτος]], -ον) [[επιλέγω]]<br />[[εκλεκτός]], [[διαλεχτός]]<br /><b>μσν.</b><br />[[εκείνος]] που γίνεται με [[φροντίδα]]<br /><b>αρχ.</b><br />(για στρατιώτες) α) αυτός που κατατάχθηκε [[μετά]] από [[επιλογή]]<br />β) [[έκτακτος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐπίλεκτος:''' -ον ([[ἐπιλέγω]]), [[εκλεκτός]], [[διαλεχτός]], λέγεται για στρατιώτες, σε Ξεν.
}}
}}