Anonymous

ἐπιπρέπω: Difference between revisions

From LSJ
4
(13)
(4)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπιπρέπω]] (Α) [[πρέπω]]<br /><b>1.</b> [[εξέχω]], διακρίνομαι, [[φαίνομαι]] («οὐδὲ τί τοι δούλειον ἐπιπρέπει εἰσοράασθαι [[εἶδος]] καὶ [[μέγεθος]]», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>2.</b> [[αρμόζω]], [[ταιριάζω]], [[συμφωνώ]] («τῇ εὐδαιμονίᾳ φήσει τις τὴν κακίαν ἐπιπρέπειν;», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>3.</b> <b>απρόσ.</b> <i>ἐπιπρέπει</i><br />αρμόζει, ταιριάζει, [[πρέπει]].
|mltxt=[[ἐπιπρέπω]] (Α) [[πρέπω]]<br /><b>1.</b> [[εξέχω]], διακρίνομαι, [[φαίνομαι]] («οὐδὲ τί τοι δούλειον ἐπιπρέπει εἰσοράασθαι [[εἶδος]] καὶ [[μέγεθος]]», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>2.</b> [[αρμόζω]], [[ταιριάζω]], [[συμφωνώ]] («τῇ εὐδαιμονίᾳ φήσει τις τὴν κακίαν ἐπιπρέπειν;», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>3.</b> <b>απρόσ.</b> <i>ἐπιπρέπει</i><br />αρμόζει, ταιριάζει, [[πρέπει]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐπιπρέπω:'''<b class="num">I.</b> εμφανίζομαι στην [[επιφάνεια]], είμαι [[ορατός]], [[προφανής]], [[εξέχω]], σε Ομήρ. Οδ., Θεόκρ.<br /><b class="num">II.</b> [[ταιριάζω]], [[αρμόζω]], είμαι [[ανάλογος]], <i>τινί</i>, σε Ξεν.
}}
}}