Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

εὐλίμενος: Difference between revisions

From LSJ
4
(15)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[εὐλίμενος]], -ον)<br />αυτός που έχει καλά και ασφαλή λιμάνια («εὐλίμενοι ἀκταί», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το ευλίμενο</i><br />(για παραθαλάσσια [[χώρα]]) το να έχει καλά λιμάνια («το ευλίμενο της Ελλάδας»).
|mltxt=-η, -ο (Α [[εὐλίμενος]], -ον)<br />αυτός που έχει καλά και ασφαλή λιμάνια («εὐλίμενοι ἀκταί», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το ευλίμενο</i><br />(για παραθαλάσσια [[χώρα]]) το να έχει καλά λιμάνια («το ευλίμενο της Ελλάδας»).
}}
{{lsm
|lsmtext='''εὐλίμενος:''' -ον (λῐμήν), αυτός που έχει [[καλά]] λιμάνια, σε Ευρ., Πλάτ.
}}
}}