Anonymous

εὐτροφία: Difference between revisions

From LSJ
4
(15)
(4)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (ΑΜ [[εὐτροφία]]) [[εύτροφος]]<br /><b>1.</b> σωματική [[ευεξία]], [[παχυσαρκία]]<br /><b>2.</b> καλή [[τροφή]], καλή [[διατροφή]].
|mltxt=η (ΑΜ [[εὐτροφία]]) [[εύτροφος]]<br /><b>1.</b> σωματική [[ευεξία]], [[παχυσαρκία]]<br /><b>2.</b> καλή [[τροφή]], καλή [[διατροφή]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''εὐτροφία:''' ἡ, [[καλή]] [[τροφή]], [[καλή]] [[ανατροφή]], [[κατάσταση]] ευημερίας, σε Πλάτ.
}}
}}