Anonymous

εὔοφρυς: Difference between revisions

From LSJ
4
(15)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[εὔοφρυς]], -υ (ΑΜ)<br />αυτός που έχει ωραία φρύδια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> [[οφρύς]] «[[φρύδι]]»].
|mltxt=[[εὔοφρυς]], -υ (ΑΜ)<br />αυτός που έχει ωραία φρύδια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> [[οφρύς]] «[[φρύδι]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''εὔοφρυς:''' -υ, αυτός που έχει ωραία φρύδια, σε Ανθ.
}}
}}