Anonymous

εὐποίκιλος: Difference between revisions

From LSJ
4
(15)
(4)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[εὐποίκιλος]], -ον (ΑΜ)<br />[[πολυποίκιλος]], αυτός που παρουσιάζει πολλές μεταβολές.
|mltxt=[[εὐποίκιλος]], -ον (ΑΜ)<br />[[πολυποίκιλος]], αυτός που παρουσιάζει πολλές μεταβολές.
}}
{{lsm
|lsmtext='''εὐποίκῐλος:''' -ον, [[πολυποίκιλος]], [[πολύχρωμος]], [[ποικιλόχρωμος]], σε Ανθ.
}}
}}