Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

θέρειος: Difference between revisions

From LSJ
4
(17)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[θέρειος]], -ον, θηλ. και [[θερεία]] και ιων. τ. θερείη, ή (Α) [[θέρος]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο [[θέρος]], ο [[θερινός]] («αύχμος [[θέρειος]]» — θερινή [[ξηρασία]], Εμπ.)<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ή [[θερεία]] ή <b>ιων.</b> <i>ή θερείη</i> (ενν. <i>ώρα</i>)<br />το [[θέρος]]<br /><b>3.</b> (το υπερθ.) <i>θερείτατος</i>, -<i>άτη</i>, -<i>ον</i><br />θερμότατος.
|mltxt=[[θέρειος]], -ον, θηλ. και [[θερεία]] και ιων. τ. θερείη, ή (Α) [[θέρος]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο [[θέρος]], ο [[θερινός]] («αύχμος [[θέρειος]]» — θερινή [[ξηρασία]], Εμπ.)<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ή [[θερεία]] ή <b>ιων.</b> <i>ή θερείη</i> (ενν. <i>ώρα</i>)<br />το [[θέρος]]<br /><b>3.</b> (το υπερθ.) <i>θερείτατος</i>, -<i>άτη</i>, -<i>ον</i><br />θερμότατος.
}}
{{lsm
|lsmtext='''θέρειος:''' -α, -ον ([[θέρος]]), αυτός που αναφέρεται ή βρίσκεται μέσα στο [[καλοκαίρι]]· [[θερεία]], Ιων. -είη, (ενν. [[ὥρα]]), ἡ = [[θέρος]], η [[εποχή]] του καλοκαιριού, το [[καλοκαίρι]], σε Ηρόδ., <i>ταῖςθερείαις</i>, σε Πίνδ.
}}
}}