Anonymous

ἰαμβίζω: Difference between revisions

From LSJ
5
(17)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἰαμβίζω]] (Α, Μ ἰαμβόζω) [[ίαμβος]]<br />επιτίθεμαι [[εναντίον]] κάποιου με ιάμβους, [[σατιρίζω]], [[σκώπτω]], [[κακολογώ]] («ἐν τῷ μέτρῳ τούτῳ ἰάμβιζον ἀλλήλους», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />[[μιλώ]] σε ιαμβικό [[μέτρο]] («παῡε..... ἰαμβίζων», <b>Λουκιαν.</b>).
|mltxt=[[ἰαμβίζω]] (Α, Μ ἰαμβόζω) [[ίαμβος]]<br />επιτίθεμαι [[εναντίον]] κάποιου με ιάμβους, [[σατιρίζω]], [[σκώπτω]], [[κακολογώ]] («ἐν τῷ μέτρῳ τούτῳ ἰάμβιζον ἀλλήλους», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />[[μιλώ]] σε ιαμβικό [[μέτρο]] («παῡε..... ἰαμβίζων», <b>Λουκιαν.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἰαμβίζω:''' επιτίθεμαι σε κάποιον με ιάμβους, [[σατυρίζω]], [[λοιδορώ]], [[κακολογώ]], <i>τινά</i>, σε Αριστ.
}}
}}