Anonymous

Καλλιόπη: Difference between revisions

From LSJ
5
(Bailly1_3)
(5)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />Calliope, <i>Muse de l’épopée</i>.<br />'''Étymologie:''' [[καλός]], [[ὄψ]].
|btext=ης (ἡ) :<br />Calliope, <i>Muse de l’épopée</i>.<br />'''Étymologie:''' [[καλός]], [[ὄψ]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''Καλλιόπη:''' ἡ (ὄψ), η [[Καλλιόπη]], η καλλίφωνη, η πρώτη από τις [[εννέα]] Μούσες, η Μούσα της Επικής Ποίησης, σε Ησίοδ., Ομηρ. Ύμν.· επίσης, Καλλιόπεια, σε Ανθ.
}}
}}