Anonymous

κάχληξ: Difference between revisions

From LSJ
5
(20)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κάχληξ]], ὁ (ΑΜ)<br /><b>βλ.</b> [[κάχληκας]].
|mltxt=[[κάχληξ]], ὁ (ΑΜ)<br /><b>βλ.</b> [[κάχληκας]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κάχληξ:''' -ηκος, ὁ, [[πετραδάκι]] στον πυθμένα, στην [[κοίτη]] των ποταμών· περιληπτικά, [[χαλίκι]], σε Θουκ. ([[πιθαν]]. συγγενές προς το [[χάλιξ]], Λατ. [[calx]], [[calculus]]).
}}
}}