Anonymous

κνῆσμα: Difference between revisions

From LSJ
5
(20)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κνῆσμα]], τὸ (AM) [[κνω]]<br /><b>μσν.</b><br />[[ερεθισμός]] του δέρματος, [[φαγούρα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[δάγκωμα]]<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>τὰ κνήσματα</i><br />ό,τι αποξέεται, αυτό που αφαιρείται με [[τρίψιμο]], αποξέσματα, τρίμματα<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ψήκτρης [[κνῆσμα]]» — [[χτένα]].
|mltxt=[[κνῆσμα]], τὸ (AM) [[κνω]]<br /><b>μσν.</b><br />[[ερεθισμός]] του δέρματος, [[φαγούρα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[δάγκωμα]]<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>τὰ κνήσματα</i><br />ό,τι αποξέεται, αυτό που αφαιρείται με [[τρίψιμο]], αποξέσματα, τρίμματα<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ψήκτρης [[κνῆσμα]]» — [[χτένα]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κνῆσμα:''' -ατος, τό, [[τσίμπημα]], [[δάγκωμα]], σε Ξεν.
}}
}}