Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κραντήρ: Difference between revisions

From LSJ
5
(21)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κραντήρ]], -ῆρος, ὁ (Α) [[κραίνω]] (Ι)]<br /><b>1.</b> αυτός που τελειώνει [[κάτι]]<br /><b>2.</b> [[άρχοντας]], [[ηγεμόνας]]<br /><b>3.</b> [[δόντι]]<br /><b>4.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οἱ κραντήρες</i><br />τα τελευταία δόντια που βγάζει ο [[άνθρωπος]], οι φρονιμήτες, οι σωφρονιστήρες («φαίνονται δὲ οἱ τελευταῑοι τοῑς ἀνθρώποις γομφίοι, οὓς καλοῡσι κραντῆρας, περὶ τὰ εἴκοσιν ἔτη καὶ ἀνδράσι καὶ γυναιξίν», <b>Αριστοτ.</b>).
|mltxt=[[κραντήρ]], -ῆρος, ὁ (Α) [[κραίνω]] (Ι)]<br /><b>1.</b> αυτός που τελειώνει [[κάτι]]<br /><b>2.</b> [[άρχοντας]], [[ηγεμόνας]]<br /><b>3.</b> [[δόντι]]<br /><b>4.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οἱ κραντήρες</i><br />τα τελευταία δόντια που βγάζει ο [[άνθρωπος]], οι φρονιμήτες, οι σωφρονιστήρες («φαίνονται δὲ οἱ τελευταῑοι τοῑς ἀνθρώποις γομφίοι, οὓς καλοῡσι κραντῆρας, περὶ τὰ εἴκοσιν ἔτη καὶ ἀνδράσι καὶ γυναιξίν», <b>Αριστοτ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''κραντήρ:''' -ῆρος, ὁ ([[κραίνω]]), [[κάποιος]] που εκτελεί, περατώνει· [[κυβερνήτης]], [[άρχοντας]], [[ηγεμόνας]], θηλ. [[κράντειρα]], σε Ανθ.
}}
}}