Anonymous

κυπαρίσσινος: Difference between revisions

From LSJ
5
(22)
(5)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[κυπαρίσσινος]], -ίνη, -ον, Α αττ. τ. [[κυπαρίττινος]], -ίνη, -ον)<br />[[κυπάρισσος]]<br />[[κυπαρισσένιος]] («λάρνακας κυπαρισσίνας», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που ανήκει σε [[κυπαρίσσι]] ή εξάγεται από [[κυπαρίσσι]] («κυπαρισσίνη [[ρητίνη]]», <b>Γαλ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />(για [[ποτό]]) αυτό που έχει γίνει με κυπαρισσόμηλα ή με [[ρητίνη]] από [[κυπαρίσσι]].
|mltxt=-η, -ο (AM [[κυπαρίσσινος]], -ίνη, -ον, Α αττ. τ. [[κυπαρίττινος]], -ίνη, -ον)<br />[[κυπάρισσος]]<br />[[κυπαρισσένιος]] («λάρνακας κυπαρισσίνας», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που ανήκει σε [[κυπαρίσσι]] ή εξάγεται από [[κυπαρίσσι]] («κυπαρισσίνη [[ρητίνη]]», <b>Γαλ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />(για [[ποτό]]) αυτό που έχει γίνει με κυπαρισσόμηλα ή με [[ρητίνη]] από [[κυπαρίσσι]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κῠπᾰρίσσῐνος:''' Αττ. -ίττῐνος, <i>-η</i>, <i>-ον</i>, από [[ξύλο]] κυπαρισσιού, σε Ομήρ. Οδ., Θουκ.
}}
}}