Anonymous

λαῖλαψ: Difference between revisions

From LSJ
5
(22)
(5)
Line 36: Line 36:
{{grml
{{grml
|mltxt=λαῑλαψ, -απος, ἡ (Α, Μ λαῑλαψ, ὁ)<br /><b>βλ.</b> [[λαίλαπα]].
|mltxt=λαῑλαψ, -απος, ἡ (Α, Μ λαῑλαψ, ὁ)<br /><b>βλ.</b> [[λαίλαπα]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''λαῖλαψ:''' -ᾰπος, ἡ (από το επιτατικό <i>λα-</i>, [[λαι-]])· [[θύελλα]], μανιασμένη [[καταιγίδα]], [[τυφώνας]], [[ανεμοστρόβιλος]], σε Όμηρ.
}}
}}