Anonymous

λιμώσσω: Difference between revisions

From LSJ
5
(23)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=και λιμώττω (AM [[λιμώσσω]], Α αττ. τ. λιμώττω) [[λιμός]]<br />βασανίζομαι από [[μεγάλη]] [[πείνα]], [[είμαι]] πεινασμένος λόγω παντελούς ελλείψεως τροφίμων.
|mltxt=και λιμώττω (AM [[λιμώσσω]], Α αττ. τ. λιμώττω) [[λιμός]]<br />βασανίζομαι από [[μεγάλη]] [[πείνα]], [[είμαι]] πεινασμένος λόγω παντελούς ελλείψεως τροφίμων.
}}
{{lsm
|lsmtext='''λῑμώσσω:''' Αττ. [[λιμώττω]] ([[λιμός]]), είμαι ξελιγωμένος από την [[πείνα]], είμαι πεινασμένος, σε Στράβ., Ανθ.
}}
}}