Anonymous

λυτρωτής: Difference between revisions

From LSJ
5
(23)
(5)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (AM [[λυτρωτής]]) [[λυτρώνω]]<br /><b>1.</b> αυτός που απαλλάσσει από [[κάτι]], [[ελευθερωτής]], [[σωτήρας]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «ο [[λυτρωτής]] του κόσμου» ή, [[απλώς]], «ο Λυτρωτής» — ο Ιησούς [[Χριστός]].
|mltxt=ο (AM [[λυτρωτής]]) [[λυτρώνω]]<br /><b>1.</b> αυτός που απαλλάσσει από [[κάτι]], [[ελευθερωτής]], [[σωτήρας]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «ο [[λυτρωτής]] του κόσμου» ή, [[απλώς]], «ο Λυτρωτής» — ο Ιησούς [[Χριστός]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''λυτρωτής:''' -οῦ, ὁ ([[λυτρόω]]), [[απολυτρωτής]], [[ελευθερωτής]], σε Καινή Διαθήκη
}}
}}