Anonymous

μεγαλόφωνος: Difference between revisions

From LSJ
5
(24)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (ΑM [[μεγαλόφωνος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει δυνατή [[φωνή]], [[βροντόφωνος]]<br /><b>2.</b> αυτός που μιλάει [[δυνατά]]<br /><b>αρχ.</b><br />([[ιδίως]] για ποιητές) [[μεγαλήγορος]], [[μεγαλοπρεπής]] («ὁ μεγαλοφωνότατος [[Πίνδαρος]]», <b>Αθήν.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>μεγαλοφώνως</i> και -<i>α</i> (ΑM μεγαλοφώνως)<br />με [[μεγάλη]], δυνατή [[φωνή]], [[δυνατά]] («απήγγειλε μεγαλοφώνως», Παπαδιαμ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μεγαλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>φωνος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φωνή]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ετερό</i>-<i>φωνος</i>, <i>φερέ</i>-<i>φωνος</i>].
|mltxt=-η, -ο (ΑM [[μεγαλόφωνος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει δυνατή [[φωνή]], [[βροντόφωνος]]<br /><b>2.</b> αυτός που μιλάει [[δυνατά]]<br /><b>αρχ.</b><br />([[ιδίως]] για ποιητές) [[μεγαλήγορος]], [[μεγαλοπρεπής]] («ὁ μεγαλοφωνότατος [[Πίνδαρος]]», <b>Αθήν.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>μεγαλοφώνως</i> και -<i>α</i> (ΑM μεγαλοφώνως)<br />με [[μεγάλη]], δυνατή [[φωνή]], [[δυνατά]] («απήγγειλε μεγαλοφώνως», Παπαδιαμ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μεγαλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>φωνος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φωνή]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ετερό</i>-<i>φωνος</i>, <i>φερέ</i>-<i>φωνος</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''μεγᾰλόφωνος:''' -ον ([[φωνή]]), αυτός που διαθέτει δυνατή φωνη, σε Δημ.
}}
}}