Anonymous

μεταφράζω: Difference between revisions

From LSJ
5
(25)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=(ΑΜ [[μεταφράζω]]) [[φράζω]]<br /><b>1.</b> [[μεταφέρω]] προφορικό ή γραπτό λόγο από μια [[γλώσσα]] σε [[άλλη]]<br /><b>2.</b> [[αποδίδω]] γραπτό ή προφορικό λόγο με διαφορετικό εκφραστικό τρόπο, [[εξηγώ]], [[ερμηνεύω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[μεταγλωττίζω]]<br /><b>αρχ.</b><br />(το μέσ.) [[μεταφράζομαι]]<br />[[σκέπτομαι]] για [[κάτι]] [[κατόπιν]], [[αναλογίζομαι]] [[ξανά]], ξανασκέπτομαι.
|mltxt=(ΑΜ [[μεταφράζω]]) [[φράζω]]<br /><b>1.</b> [[μεταφέρω]] προφορικό ή γραπτό λόγο από μια [[γλώσσα]] σε [[άλλη]]<br /><b>2.</b> [[αποδίδω]] γραπτό ή προφορικό λόγο με διαφορετικό εκφραστικό τρόπο, [[εξηγώ]], [[ερμηνεύω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[μεταγλωττίζω]]<br /><b>αρχ.</b><br />(το μέσ.) [[μεταφράζομαι]]<br />[[σκέπτομαι]] για [[κάτι]] [[κατόπιν]], [[αναλογίζομαι]] [[ξανά]], ξανασκέπτομαι.
}}
{{lsm
|lsmtext='''μεταφράζω:''' μέλ. <i>-σω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[παραφράζω]], [[μεταφράζω]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">II.</b> Μέσ., [[λαμβάνω]] υπ' όψιν αργότερα, [[κατόπιν]], [[ταῦτα]] μεταφρασόμεσθα καὶ [[αὖτις]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
}}