Anonymous

μέτρον: Difference between revisions

From LSJ
2,094 bytes added ,  31 December 2018
5
(25)
(5)
Line 33: Line 33:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μέτρον]], τὸ (ΑΜ)<br /><b>βλ.</b> [[μέτρο]].
|mltxt=[[μέτρον]], τὸ (ΑΜ)<br /><b>βλ.</b> [[μέτρο]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''μέτρον:''' τό,<br /><b class="num">I.</b> αυτό δια του οποίου μετριέται, υπολογίζεται το οτιδήποτε:<br /><b class="num">1.</b> μέτρο σύγκρισης ή κανόνας, σε Ομήρ. Ιλ.· ἄνδρα πάντων χρημάτων [[μέτρον]] [[εἶναι]], είναι το υπέρτατο μέτρο για όλα τα πράγματα, σε Πλάτ.<br /><b class="num">2.</b> [[μονάδα]] μέτρησης περιεχομένου, [[είτε]] στερεού [[είτε]] υγρού, δῶκεν [[μέθυ]], <i>[[χίλια]] [[μέτρα]]</i>, σε Ομήρ. Ιλ.· [[εἴκοσι]] [[μέτρα]] ἀλφίτου, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">3.</b> αυτό που έχει ή μπορεί να μετρηθεί, το [[μήκος]], το [[μέγεθος]], <i>[[μέτρα]] κελεύθου</i>, το [[μήκος]] του δρόμου, σε Ομήρ. Οδ.· [[μέτρον]] [[ἑξήκοντα]] σταδίους, σε Θουκ.· [[μέτρον]] ἥβης, το πλήρες ως προς το μέτρο, δηλ. [[κορύφωση]], [[ακμή]], λέγεται για τη [[νεότητα]], σε Ομήρ. Ιλ.· <i>[[μέτρα]] μορφῆς</i>, το [[μέγεθος]] και το [[σουλούπι]] κάποιου, σε Ευρ.<br /><b class="num">4.</b> το [[πρέπον]] μέτρο ή όριο, [[αναλογία]], <i>μέτραφυλάσσεσθαι</i>, σε Ησίοδ.· κατὰ [[μέτρον]], στον ίδ.· [[ὑπὲρ]] [[μέτρον]], σε Θέογν.· [[πλέον]] μέτρου, σε Πλάτ.· μέτρῳ = [[μετρίως]], σε Πίνδ.<br /><b class="num">II. 1.</b> το μέτρο του στίχου, σε αντίθ. προς το [[μέλος]] ([[μελωδία]], [[αρμονία]]) και τον <i>ῥυθμόν</i> ([[χρόνος]], το [[τέμπο]] της μελωδίας), σε Αριστοφ., Πλάτ.<br /><b class="num">2.</b> [[στίχος]] ([[ποιητικός]]), σε Πλάτ.
}}
}}