Anonymous

μετάδουπος: Difference between revisions

From LSJ
5
(24)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μετάδουπος]], -ον (Α)<br />αυτός που παρεμπίπτει στην [[τύχη]], στα [[τυφλά]], που συμβαίνει τυχαία, ο [[αδιάφορος]] («αἵδε μὲν ἡμέραι εἰσὶν ἐπιχθονίοις μέγ' ὀνειαρ, αἱ δ' ἄλλαι μετάδουποι, ἀκήριοι», <b>Ησίοδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μετ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[δοῦπος]] «[[θόρυβος]]» (<b>[[πρβλ]].</b> <i>αρμασί</i>-<i>δουπος</i>, <i>οπλό</i>-<i>δουπος</i>)].
|mltxt=[[μετάδουπος]], -ον (Α)<br />αυτός που παρεμπίπτει στην [[τύχη]], στα [[τυφλά]], που συμβαίνει τυχαία, ο [[αδιάφορος]] («αἵδε μὲν ἡμέραι εἰσὶν ἐπιχθονίοις μέγ' ὀνειαρ, αἱ δ' ἄλλαι μετάδουποι, ἀκήριοι», <b>Ησίοδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μετ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[δοῦπος]] «[[θόρυβος]]» (<b>[[πρβλ]].</b> <i>αρμασί</i>-<i>δουπος</i>, <i>οπλό</i>-<i>δουπος</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''μετάδουπος:''' -ον, αυτός που πέφτει κατά [[τύχη]], σε Ησίοδ.
}}
}}