3,277,172
edits
(24) |
(5) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[μεριμνητής]], ὁ (ΑM Α θηλ. [[μεριμνήτρια]]) [[μεριμνώ]]<br />αυτός που μεριμνά, που νοιάζεται<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ερευνητής]] («σοφούς... και μεριμνητὰς λόγων», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> [[μαθητής]]<br /><b>3.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «μεριμνηταί<br />οἱ φιλόσοφοι». | |mltxt=[[μεριμνητής]], ὁ (ΑM Α θηλ. [[μεριμνήτρια]]) [[μεριμνώ]]<br />αυτός που μεριμνά, που νοιάζεται<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ερευνητής]] («σοφούς... και μεριμνητὰς λόγων», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> [[μαθητής]]<br /><b>3.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «μεριμνηταί<br />οἱ φιλόσοφοι». | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''μεριμνητής:''' -οῦ, ὁ, αυτός που ανησυχεί για ένα [[θέμα]], με γεν., σε Ευρ. | |||
}} | }} |