Anonymous

μονόλιθος: Difference between revisions

From LSJ
5
(25)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (ΑΜ [[μονόλιθος]], -ον, Α ιων. τ. [[μουνόλιθος]], -ον)<br />αυτός που έχει κατασκευαστεί ή αποτελείται από έναν μόνο λίθο<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ο [[μονόλιθος]]<br />[[μεγάλος]] [[λίθος]] που αποτελείται από ένα μόνο [[κομμάτι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μον</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[λίθος]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[λευκό]]-<i>λιθος</i>)].
|mltxt=-η, -ο (ΑΜ [[μονόλιθος]], -ον, Α ιων. τ. [[μουνόλιθος]], -ον)<br />αυτός που έχει κατασκευαστεί ή αποτελείται από έναν μόνο λίθο<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ο [[μονόλιθος]]<br />[[μεγάλος]] [[λίθος]] που αποτελείται από ένα μόνο [[κομμάτι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μον</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[λίθος]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[λευκό]]-<i>λιθος</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''μονόλῐθος:''' Ιων. μουνο-, -ον, αυτός που είναι φτιαγμένος από [[μία]] μόνο [[πέτρα]], σε Ηρόδ.
}}
}}