3,274,873
edits
(27) |
(5) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[νιφάς]], -[[άδος]], ἡ (Α)<br /><b>βλ.</b> [[νιφάδα]]. | |mltxt=[[νιφάς]], -[[άδος]], ἡ (Α)<br /><b>βλ.</b> [[νιφάδα]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''νῐφάς:''' -[[άδος]], ἡ ([[νίφω]])·<br /><b class="num">I. 1.</b> [[νιφάδα]] χιονιού· στον πληθ., <i>νιφάδες</i>, σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ.· παροιμ. για την [[ευφράδεια]] ως [[μέσο]] πειθούς, <i>ἔπεα νιφάδεσσι ἐοικότα χειμερίῃσιν</i>, σε Ομήρ. Ιλ.· ενικ. με περιληπτική [[σημασία]], [[χιονιάς]], χιόνια, στο ίδ., σε Πίνδ.<br /><b class="num">2.</b> μεταφ., <i>νιφὰς πετρῶν</i>, [[βροχή]] από πέτρες, σε Αισχύλ., Ευρ.· <i>νιφὰς πολέμου</i>, πολεμική [[καταιγίδα]], σε Πίνδ.<br /><b class="num">II.</b> ως θηλ. επίθ., = <i>νιφόεσσα</i>, σε Σοφ. | |||
}} | }} |