3,271,151
edits
(27) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[νυκτιφρούρητος]], -ον (Α)<br />αυτός που φρουρεί, που καιροφυλακτεί τη [[νύχτα]] («νυκτιφρουρήτῳ θράσει», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>νυκτι</i>- (<b>βλ.</b> ετυμολ. λ. [[νύχτα]]) <span style="color: red;">+</span> <i>φρουρῶ</i>). | |mltxt=[[νυκτιφρούρητος]], -ον (Α)<br />αυτός που φρουρεί, που καιροφυλακτεί τη [[νύχτα]] («νυκτιφρουρήτῳ θράσει», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>νυκτι</i>- (<b>βλ.</b> ετυμολ. λ. [[νύχτα]]) <span style="color: red;">+</span> <i>φρουρῶ</i>). | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''νυκτιφρούρητος:''' -ον, αυτός που φρουρεί κατά τη [[διάρκεια]] της νύχτας, σε Αισχύλ. | |||
}} | }} |