Anonymous

ὀνομακλήδην: Difference between revisions

From LSJ
5
(29)
(5)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀνομακλήδην]] (Α)<br />(<b>επικ. τ.</b>) <b>επίρρ.</b> κατ' όνομα, ονομαστικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Σύνθ. εκ συναρπαγής από τη φρ. [[ὄνομα]] καλεῖν</i>].
|mltxt=[[ὀνομακλήδην]] (Α)<br />(<b>επικ. τ.</b>) <b>επίρρ.</b> κατ' όνομα, ονομαστικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Σύνθ. εκ συναρπαγής από τη φρ. [[ὄνομα]] καλεῖν</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὀνομακλήδην:''' επίρρ. ([[καλέω]]), [[καλώ]] ονομαστικά, κατ' όνομα, με το όνομα, Λατ. [[nominatim]], σε Ομήρ. Οδ.
}}
}}