Anonymous

παππῷος: Difference between revisions

From LSJ
5
(30)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ῴα, -ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή αρμόζει σε παππού («παππῷον [[ὄνομα]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[ἔρανος]] [[παππῷος]]» — [[συνεισφορά]] που ορίστηκε από τους πάππους, από τους προγόνους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πάππος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ῷος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>μητρ</i>-<i>ώος</i>)].
|mltxt=-ῴα, -ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή αρμόζει σε παππού («παππῷον [[ὄνομα]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[ἔρανος]] [[παππῷος]]» — [[συνεισφορά]] που ορίστηκε από τους πάππους, από τους προγόνους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πάππος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ῷος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>μητρ</i>-<i>ώος</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''παππῷος:''' -α, -ον, αυτός που ανήκει ή προέρχεται από τους παππούδες κάποιου, σε Αριστοφ.
}}
}}