Anonymous

παλίουρος: Difference between revisions

From LSJ
5
(30)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=και πάλιουρας, ο (Α [[παλίουρος]], ὁ, ἡ)<br />[[γένος]] αγγειόσπερμων δικότυλων [[φυτών]] που, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική [[ταξινόμηση]], ανήκει στην [[τάξη]] [[ραμνώδη]] και του οποίου ένα [[είδος]], αυτοφυές στην [[Ελλάδα]], [[είναι]] [[σήμερα]] κοινώς γνωστό ως [[παλιούρι]] και χρησιμοποιείται για περιφράξεις<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το [[δένδρο]] [[ζίζυφος]] η [[κεντροφόρος]]<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[παλίουρος]]<br />[[κάδος]] [[ἀντλητήρ]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πάλιν]] <span style="color: red;">+</span> [[οὖρον]] (<span style="color: red;"><</span> <i>οὐρῶ</i>), πιθ. λόγω τών διουρητικών ιδιοτήτων του φυτού].
|mltxt=και πάλιουρας, ο (Α [[παλίουρος]], ὁ, ἡ)<br />[[γένος]] αγγειόσπερμων δικότυλων [[φυτών]] που, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική [[ταξινόμηση]], ανήκει στην [[τάξη]] [[ραμνώδη]] και του οποίου ένα [[είδος]], αυτοφυές στην [[Ελλάδα]], [[είναι]] [[σήμερα]] κοινώς γνωστό ως [[παλιούρι]] και χρησιμοποιείται για περιφράξεις<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το [[δένδρο]] [[ζίζυφος]] η [[κεντροφόρος]]<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[παλίουρος]]<br />[[κάδος]] [[ἀντλητήρ]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πάλιν]] <span style="color: red;">+</span> [[οὖρον]] (<span style="color: red;"><</span> <i>οὐρῶ</i>), πιθ. λόγω τών διουρητικών ιδιοτήτων του φυτού].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πᾰλίουρος:''' ὁ ή ἡ, [[ακανθώδης]] [[θάμνος]] ([[παλιούρι]]), Λατ. [[Rhamnus]] [[paliurus]], σε Ευρ., Θεόκρ.
}}
}}