Anonymous

πλανητός: Difference between revisions

From LSJ
6
(32)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α<br />[[πλανώμαι]]<br /><b>1.</b> περιπλανώμενος («τὸ τῶν σοφιστῶν [[γένος]]... πλανητὸν ὄv κατὰ πόλεις», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> α) αυτός που πλανάται, που σφάλλει<br />β) αυτός που αλλάζει [[κάτι]]<br />γ) [[ανώμαλος]] («πλανητὰ [[πάθη]]», <b>Πλούτ.</b>).
|mltxt=-ή, -όν, Α<br />[[πλανώμαι]]<br /><b>1.</b> περιπλανώμενος («τὸ τῶν σοφιστῶν [[γένος]]... πλανητὸν ὄv κατὰ πόλεις», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> α) αυτός που πλανάται, που σφάλλει<br />β) αυτός που αλλάζει [[κάτι]]<br />γ) [[ανώμαλος]] («πλανητὰ [[πάθη]]», <b>Πλούτ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''πλᾰνητός:''' -ή, -όν (πλανάομαι), περιπλανώμενος, σε Πλάτ.
}}
}}