Anonymous

πολυφάρμακος: Difference between revisions

From LSJ
6
(33)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που γνωρίζει [[πολλά]] φάρμακα ή βότανα<br /><b>2.</b> αυτός που γνωρίζει [[πολλά]] μαγικά φίλτρα ή πολλές γητειές («Κίρκης ἵζεσθαι πολυφαρμάκου ἐς [[δῶμα]]», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>3.</b> (για χώρες ή τόπους) αυτός που παρουσιάζει [[αφθονία]] θεραπευτικών ή δηλητηριωδών βοτάνων («Τυρρηνία [[πολυφάρμακος]]», Θεόφρ.)<br /><b>4.</b> ο παραδεδομένος στη [[χρήση]] τών φαρμάκων, αυτός που κάνει [[κατάχρηση]] φαρμάκων<br /><b>5.</b> αυτός που σύγκειται από [[πολλά]] φάρμακα ή δηλητήρια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[φάρμακον]] (<b>πρβλ.</b> <i>φιλο</i>-[[φάρμακος]])].
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που γνωρίζει [[πολλά]] φάρμακα ή βότανα<br /><b>2.</b> αυτός που γνωρίζει [[πολλά]] μαγικά φίλτρα ή πολλές γητειές («Κίρκης ἵζεσθαι πολυφαρμάκου ἐς [[δῶμα]]», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>3.</b> (για χώρες ή τόπους) αυτός που παρουσιάζει [[αφθονία]] θεραπευτικών ή δηλητηριωδών βοτάνων («Τυρρηνία [[πολυφάρμακος]]», Θεόφρ.)<br /><b>4.</b> ο παραδεδομένος στη [[χρήση]] τών φαρμάκων, αυτός που κάνει [[κατάχρηση]] φαρμάκων<br /><b>5.</b> αυτός που σύγκειται από [[πολλά]] φάρμακα ή δηλητήρια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[φάρμακον]] (<b>πρβλ.</b> <i>φιλο</i>-[[φάρμακος]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πολῠφάρμᾰκος:''' -ον, αυτός που γνωρίζει [[πολλά]] φάρμακα ή μαγικά φίλτρα, σε Όμηρ.
}}
}}