Anonymous

πραγματοδίφης: Difference between revisions

From LSJ
6
(33)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br />αυτός που επιζητεί έριδες, δίκες («ἀλλὰ [[κλητήρ]] εἰμι νησιώτικος... καὶ [[πραγματοδίφης]]», <b>Αριστοφ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πρᾶγμα]], -<i>ατος</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>δίφης</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>διφῶ</i> «[[ψάχνω]], [[ερευνώ]]»), <b>πρβλ.</b> <i>αστρο</i>-<i>δίφης</i>, <i>ιστοριο</i>-<i>δίφης</i>].
|mltxt=ὁ, Α<br />αυτός που επιζητεί έριδες, δίκες («ἀλλὰ [[κλητήρ]] εἰμι νησιώτικος... καὶ [[πραγματοδίφης]]», <b>Αριστοφ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πρᾶγμα]], -<i>ατος</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>δίφης</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>διφῶ</i> «[[ψάχνω]], [[ερευνώ]]»), <b>πρβλ.</b> <i>αστρο</i>-<i>δίφης</i>, <i>ιστοριο</i>-<i>δίφης</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πραγμᾰτοδίφης:''' [ῑ], -ου, ὁ ([[διφάω]]), αυτός που κυνηγά, επιδιώκει να αποκτήσει δίκες, [[δικολάβος]], σε Αριστοφ.
}}
}}