Anonymous

πράσιμος: Difference between revisions

From LSJ
6
(34)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α [[πρᾱσις]]<br />αυτός που [[είναι]] [[προς]] [[πώληση]], πωλήσιμος («πωλεῑν δὲ τοὺς καπήλους ὅ, τι ἔχει [[ἕκαστος]] πράσιμον», <b>Ξεν.</b>).
|mltxt=-ον, Α [[πρᾱσις]]<br />αυτός που [[είναι]] [[προς]] [[πώληση]], πωλήσιμος («πωλεῑν δὲ τοὺς καπήλους ὅ, τι ἔχει [[ἕκαστος]] πράσιμον», <b>Ξεν.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''πράσῐμος:''' -ον ([[πρᾶσις]]), αυτός που προορίζεται για [[πώληση]], αυτός που μπορεί να πουληθεί, Λατ. [[venalis]], σε Ξεν.
}}
}}