Anonymous

προσβολή: Difference between revisions

From LSJ
6
(34)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ [[προσβάλλω]]<br />[[έφοδος]], [[εφόρμηση]] (α. «έγινε [[προσβολή]] με άρματα μάχης» β. «καὶ προσβολαὶ... ἐγίγνοντο τῶν Ἀθηναίων ἱππέων», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[βλάβη]] της υγείας («[[προσβολή]] του νευρικού συστήματος»)<br /><b>2.</b> υβριστική [[συμπεριφορά]] («μού έκανε [[μεγάλη]] [[προσβολή]] με το φέρσιμό του»)<br /><b>3.</b> [[αμφισβήτηση]] του κύρους, της νομιμότητας<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «[[προσβολή]] της αιδούς»<br />(ποιν. δικ.) [[έγκλημα]] το οποίο συνίσταται: i) στη [[διενέργεια]] ακόλαστων πράξεων με σκοπό τη [[διέγερση]] της γενετήσιας ορμής<br />ii) στην [[επιχείρηση]] τών πράξεων αυτών [[μπροστά]] σε τρίτο [[πρόσωπο]]<br />iii) στη [[βαναυσότητα]] της προσβολής της αιδούς<br />β) «[[γωνία]] προσβολής»<br /><b>(αερον.)</b> η [[γωνία]] που σχηματίζεται από τη [[χορδή]] μιας αεροτομής, [[δηλαδή]] την [[ευθεία]] η οποία συνδέει το [[χείλος]] προσβολής με το [[χείλος]] εκφυγής, και από τη [[διεύθυνση]] της νηματικής ροής του αέρα που προσβάλλει την [[πτέρυγα]]<br />γ) «[[χείλος]] προσβολής» <b>(αερον.)</b> το [[εμπρός]] [[τμήμα]] της τομής μιας πτέρυγας, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] το οπίσθιο, που [[είναι]] το [[χείλος]] εκφυγής<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[επίθεση]], [[τοποθέτηση]] («ἡ τῆς σικύας [[προσβολή]]», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> [[κατεύθυνση]] και [[απόθεση]] του βλέμματος («ἐκ τῆς προσβολῆς τῶν ὀμμάτων πρὸς τὴν προσήκουσαν φοράν», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> [[επαφή]] («φίλιαι προσβολαὶ προσώπων», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>4.</b> [[εναγκαλισμός]] ή [[φίλημα]]<br /><b>5.</b> η [[κατά]] την [[προφορά]] [[επαφή]] της γλώσσας [[προς]] το [[φατνίο]] και το έσω [[χείλος]] («ἔστι δὲ φωνῆεν μὲν τὸ [[ἄνευ]] προσβολῆς ἔχον φωνὴν ἀκουστήν», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>6.</b> [[προσέγγιση]], [[πλησίασμα]] («βραδεῑα μὲν γὰρ ἡ 'ν λόγοισι προσβολὴ [[μόλις]] δι' ὠτὸς ἔρχεται ῥυπωμένου», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>7.</b> [[τρόπος]] προσέγγισης («τοῡτο [[εἶναι]] μόνον ὃ παρέχει προσβολὴν καὶ ἐπαφήν τινα», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>8.</b> [[τόπος]] [[κατάλληλος]] για να διέλθει [[κάποιος]]<br /><b>9.</b> [[τόπος]] [[κατάλληλος]] για [[αγκυροβολία]] («ὁρῶντες προσβολὴν ἔχον τὸ [[χωρίον]] τῆς Σικελίας», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>10.</b> [[τόπος]] συνάντησης<br /><b>11.</b> <b>(φιλοσ.)</b> η [[προσέγγιση]] με την [[ενόραση]]<br /><b>12.</b> αιφνίδια επιθετική [[ενέργεια]], σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] την εκ του [[συστάδην]] [[μάχη]]<br /><b>13.</b> [[κάθε]] καταστρεπτική ή [[τιμωρός]] [[ενέργεια]], [[κατάσταση]] ή [[κάθε]] [[φυσικό]] [[φαινόμενο]] που ενσκήπτει (α. «οὐ δίκαιον τὰς θείας προσβολὰς διακωλύειν [[γίγνεσθαι]]», Αντιφ.<br />β. «ἢ πυρὸς ἢ χειμῶνος προσβολῇ», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>14.</b> η σιδερένια [[αιχμή]] όπλου<br /><b>15.</b> <b>φρ.</b> α) «ἡ τοῡ στομάχου [[προσβολή]]» — το [[μέρος]] όπου ο [[οισοφάγος]] ενώνεται με το [[στομάχι]]<br />β) «ἐκ προσβολῆς» — με την πρώτη [[επίθεση]].
|mltxt=η, ΝΜΑ [[προσβάλλω]]<br />[[έφοδος]], [[εφόρμηση]] (α. «έγινε [[προσβολή]] με άρματα μάχης» β. «καὶ προσβολαὶ... ἐγίγνοντο τῶν Ἀθηναίων ἱππέων», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[βλάβη]] της υγείας («[[προσβολή]] του νευρικού συστήματος»)<br /><b>2.</b> υβριστική [[συμπεριφορά]] («μού έκανε [[μεγάλη]] [[προσβολή]] με το φέρσιμό του»)<br /><b>3.</b> [[αμφισβήτηση]] του κύρους, της νομιμότητας<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «[[προσβολή]] της αιδούς»<br />(ποιν. δικ.) [[έγκλημα]] το οποίο συνίσταται: i) στη [[διενέργεια]] ακόλαστων πράξεων με σκοπό τη [[διέγερση]] της γενετήσιας ορμής<br />ii) στην [[επιχείρηση]] τών πράξεων αυτών [[μπροστά]] σε τρίτο [[πρόσωπο]]<br />iii) στη [[βαναυσότητα]] της προσβολής της αιδούς<br />β) «[[γωνία]] προσβολής»<br /><b>(αερον.)</b> η [[γωνία]] που σχηματίζεται από τη [[χορδή]] μιας αεροτομής, [[δηλαδή]] την [[ευθεία]] η οποία συνδέει το [[χείλος]] προσβολής με το [[χείλος]] εκφυγής, και από τη [[διεύθυνση]] της νηματικής ροής του αέρα που προσβάλλει την [[πτέρυγα]]<br />γ) «[[χείλος]] προσβολής» <b>(αερον.)</b> το [[εμπρός]] [[τμήμα]] της τομής μιας πτέρυγας, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] το οπίσθιο, που [[είναι]] το [[χείλος]] εκφυγής<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[επίθεση]], [[τοποθέτηση]] («ἡ τῆς σικύας [[προσβολή]]», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> [[κατεύθυνση]] και [[απόθεση]] του βλέμματος («ἐκ τῆς προσβολῆς τῶν ὀμμάτων πρὸς τὴν προσήκουσαν φοράν», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> [[επαφή]] («φίλιαι προσβολαὶ προσώπων», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>4.</b> [[εναγκαλισμός]] ή [[φίλημα]]<br /><b>5.</b> η [[κατά]] την [[προφορά]] [[επαφή]] της γλώσσας [[προς]] το [[φατνίο]] και το έσω [[χείλος]] («ἔστι δὲ φωνῆεν μὲν τὸ [[ἄνευ]] προσβολῆς ἔχον φωνὴν ἀκουστήν», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>6.</b> [[προσέγγιση]], [[πλησίασμα]] («βραδεῑα μὲν γὰρ ἡ 'ν λόγοισι προσβολὴ [[μόλις]] δι' ὠτὸς ἔρχεται ῥυπωμένου», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>7.</b> [[τρόπος]] προσέγγισης («τοῡτο [[εἶναι]] μόνον ὃ παρέχει προσβολὴν καὶ ἐπαφήν τινα», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>8.</b> [[τόπος]] [[κατάλληλος]] για να διέλθει [[κάποιος]]<br /><b>9.</b> [[τόπος]] [[κατάλληλος]] για [[αγκυροβολία]] («ὁρῶντες προσβολὴν ἔχον τὸ [[χωρίον]] τῆς Σικελίας», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>10.</b> [[τόπος]] συνάντησης<br /><b>11.</b> <b>(φιλοσ.)</b> η [[προσέγγιση]] με την [[ενόραση]]<br /><b>12.</b> αιφνίδια επιθετική [[ενέργεια]], σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] την εκ του [[συστάδην]] [[μάχη]]<br /><b>13.</b> [[κάθε]] καταστρεπτική ή [[τιμωρός]] [[ενέργεια]], [[κατάσταση]] ή [[κάθε]] [[φυσικό]] [[φαινόμενο]] που ενσκήπτει (α. «οὐ δίκαιον τὰς θείας προσβολὰς διακωλύειν [[γίγνεσθαι]]», Αντιφ.<br />β. «ἢ πυρὸς ἢ χειμῶνος προσβολῇ», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>14.</b> η σιδερένια [[αιχμή]] όπλου<br /><b>15.</b> <b>φρ.</b> α) «ἡ τοῡ στομάχου [[προσβολή]]» — το [[μέρος]] όπου ο [[οισοφάγος]] ενώνεται με το [[στομάχι]]<br />β) «ἐκ προσβολῆς» — με την πρώτη [[επίθεση]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''προσβολή:''' ἡ ([[προσβάλλω]]),<br /><b class="num">I.</b> [[επιβολή]], [[επίθεση]], π.χ. λέγεται για τη [[Λυδία]] λίθο (βλ. [[βάσανος]]), σε Αισχύλ.· λέγεται για τη [[βεντούζα]], σε Αριστ.· <i>φίλιαι προσβολαὶ προσώπων</i>, λέγεται για τα φιλήματα, σε Ευρ.· απόλ., [[φιλί]] ή [[εναγκαλισμός]], στον ίδ.<br /><b class="num">II. 1.</b> (από αμτβ. [[σημασία]]), [[επίθεση]], [[έφοδος]], [[εφόρμηση]], σε Ηρόδ. κ.λπ.· <i>προσβολὴ Ἀχαιΐς</i>, [[επίθεση]] Αχαιών, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> γενικά, επιθέσεις, προσβολές, επισκέψεις, <i>προσβολαὶ Ἐρινύων</i>, στον ίδ.· <i>μιασμάτοιν</i>, στον ίδ.<br /><b class="num">3.</b> [[χωρίς]] καμία εχθρική [[σημασία]], [[πλησίασμα]], μέσα της προσέγγισης, <i>προσβολὴν ἔχειν τῆς Σικελίας</i>, [[διαθέτω]] τα μέσα να εισέλθω στη [[Σικελία]], σε Θουκ.· λέγεται για πλοία, [[τόπος]] προσορμίσεως, [[μέρος]] για αγκυροβόλι, στον ίδ.· ἐν προσβολῇ [[εἶναι]], είναι [[τόπος]] [[κατάλληλος]] για [[προσάραξη]] των πλοίων, στον ίδ.
}}
}}