Anonymous

ῥοικός: Difference between revisions

From LSJ
6
(36)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />-ή, -ό / [[ῥοϊκός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[ῥόος]] / <i>ῥοή</i>]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη ροή («ροϊκή [[ταχύτητα]]»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ρευστός]], [[ασταθής]], [[ασθενικός]]<br /><b>2.</b> αυτός που πάσχει από [[διάρροια]].———————— <b>(II)</b><br />-ή, -όν, Μ [[ῥόα]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[ροδιά]].
|mltxt=<b>(I)</b><br />-ή, -ό / [[ῥοϊκός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[ῥόος]] / <i>ῥοή</i>]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη ροή («ροϊκή [[ταχύτητα]]»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ρευστός]], [[ασταθής]], [[ασθενικός]]<br /><b>2.</b> αυτός που πάσχει από [[διάρροια]].———————— <b>(II)</b><br />-ή, -όν, Μ [[ῥόα]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[ροδιά]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ῥοικός:''' -ή, -όν, [[κυρτός]], [[καμπουριαστός]], [[καμπύλος]], σε Θεόκρ.
}}
}}