Anonymous

σκυθράζω: Difference between revisions

From LSJ
6
(37)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α [[σκυθρός]]<br />[[είμαι]] ή [[γίνομαι]] [[σκυθρωπός]], [[σκυθρωπάζω]].
|mltxt=Α [[σκυθρός]]<br />[[είμαι]] ή [[γίνομαι]] [[σκυθρωπός]], [[σκυθρωπάζω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''σκυθράζω:''' είμαι θυμωμένος, οργισμένος, [[κατσουφιάζω]], σε Ευρ.
}}
}}