Anonymous

συνεύδω: Difference between revisions

From LSJ
6
(39)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[κοιμάμαι]] [[μαζί]] με κάποιον<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «τοῡ ξυνεύδοντος χρόνου» — της ώρας του ύπνου (<b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> <i>εὔδω</i> «[[κοιμάμαι]]»].
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[κοιμάμαι]] [[μαζί]] με κάποιον<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «τοῡ ξυνεύδοντος χρόνου» — της ώρας του ύπνου (<b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> <i>εὔδω</i> «[[κοιμάμαι]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''συνεύδω:''' μέλ. <i>-ευδήσω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[κοιμάμαι]] μαζί με κάποιον, σε Ηρόδ., Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> <i>τοῦ ξυνεύδοντος χρόνου</i>, κατά τον χρόνο που συμπίπτει με τον ύπνο, την ώρα που [[κάποιος]] κοιμάται, σε Αισχύλ.
}}
}}