Anonymous

σύνδουλος: Difference between revisions

From LSJ
6
(39)
(6)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ, ἡ, και τ. θηλ. [[συνδούλη]], ΜΑ [[δοῡλος]]<br /><b>μτφ.</b> [[σύντροφος]], [[ιδίως]] στην [[υπηρεσία]] του Χριστού («ἀπὸ Ἐπαφρᾱ τοῡ ἀγαπητοῡ συνδούλου ἡμῶν», ΚΔ)<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που υπηρετεί ως [[δούλος]] του ίδιου δεσπότη, αφέντη [[μαζί]] ή ταυτόχρονα με άλλον.
|mltxt=ὁ, ἡ, και τ. θηλ. [[συνδούλη]], ΜΑ [[δοῡλος]]<br /><b>μτφ.</b> [[σύντροφος]], [[ιδίως]] στην [[υπηρεσία]] του Χριστού («ἀπὸ Ἐπαφρᾱ τοῡ ἀγαπητοῡ συνδούλου ἡμῶν», ΚΔ)<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που υπηρετεί ως [[δούλος]] του ίδιου δεσπότη, αφέντη [[μαζί]] ή ταυτόχρονα με άλλον.
}}
{{lsm
|lsmtext='''σύνδουλος:''' ὁ, ἡ, αυτός που είναι [[σύντροφος]] στη [[δουλεία]], [[σκλάβος]] στον ίδιο αφέντη, σε Ηρόδ., Ευρ. κ.λπ.· θηλ. [[συνδούλη]], σε Βάβρ.
}}
}}