3,274,754
edits
(40) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό / [[συνηγορικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[συνήγορος]] / [[συνηγορία]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον συνήγορο ή στη [[συνηγορία]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ συνηγορικόν</i><br />ο [[μισθός]] του συνηγόρου, [[ιδίως]] του δημοσίου, [[καθώς]] μόνον αυτός επιτρεπόταν να πληρώνεται. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>συνηγορικώς</i> / <i>συνηγορικῶς</i> ΝΜΑ, και <i>συνηγορικά</i> Ν<br />με συνηγορικό τρόπο, όπως [[ένας]] [[συνήγορος]]. | |mltxt=-ή, -ό / [[συνηγορικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[συνήγορος]] / [[συνηγορία]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον συνήγορο ή στη [[συνηγορία]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ συνηγορικόν</i><br />ο [[μισθός]] του συνηγόρου, [[ιδίως]] του δημοσίου, [[καθώς]] μόνον αυτός επιτρεπόταν να πληρώνεται. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>συνηγορικώς</i> / <i>συνηγορικῶς</i> ΝΜΑ, και <i>συνηγορικά</i> Ν<br />με συνηγορικό τρόπο, όπως [[ένας]] [[συνήγορος]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''συνηγορικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αρμόζει σε συνήγορο ([[συνήγορος]])· <i>τὸ συνηγορικόν</i>, [[αμοιβή]] συνηγόρου, που ήταν μια [[δραχμή]] την [[ημέρα]] και δινόταν μόνον στους δημοσίους συνηγόρους, σε Αριστοφ. | |||
}} | }} |