Anonymous

ταγεύω: Difference between revisions

From LSJ
6
(40)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α [[ταγός]]<br /><b>1.</b> (στη [[Θεσσαλία]]) [[είμαι]] [[ταγός]], [[ασκώ]] [[δημόσιο]] [[αξίωμα]] («[[ἐπεί]] γε μὴν ἐτάγευσε, διέταξεν ἱππικὸν ὅσον ἑκάστη [[πόλις]] δυνατὴ ἢν παρέχειν», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> [[είμαι]] [[αρχηγός]] φρατρίας<br /><b>3.</b> <b>μέσ.</b> <i>ταγεύομαι</i><br />[[διατάζω]] στρατιώτες να λάβουν θέσεις («ἀρίστους ἄνδρας ἐκκρίτους πόλεως πυλῶν ἐπ' ἐξόδοισι τάγευσαι [[τάχος]]», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>4.</b> <b>παθ.</b> [[είμαι]] ενωμένος [[μαζί]] με άλλους υπὸ την [[εξουσία]] ενός ταγού.
|mltxt=Α [[ταγός]]<br /><b>1.</b> (στη [[Θεσσαλία]]) [[είμαι]] [[ταγός]], [[ασκώ]] [[δημόσιο]] [[αξίωμα]] («[[ἐπεί]] γε μὴν ἐτάγευσε, διέταξεν ἱππικὸν ὅσον ἑκάστη [[πόλις]] δυνατὴ ἢν παρέχειν», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> [[είμαι]] [[αρχηγός]] φρατρίας<br /><b>3.</b> <b>μέσ.</b> <i>ταγεύομαι</i><br />[[διατάζω]] στρατιώτες να λάβουν θέσεις («ἀρίστους ἄνδρας ἐκκρίτους πόλεως πυλῶν ἐπ' ἐξόδοισι τάγευσαι [[τάχος]]», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>4.</b> <b>παθ.</b> [[είμαι]] ενωμένος [[μαζί]] με άλλους υπὸ την [[εξουσία]] ενός ταγού.
}}
{{lsm
|lsmtext='''τᾱγεύω:''' μέλ. <i>ταγεύσω</i> ([[ταγός]]),<br /><b class="num">I.</b> είμαι [[άρχοντας]] των Θεσσαλών, σε Ξεν. — Παθ., είμαι ενωμένος [[κάτω]] από έναν <i>ταγόν</i>, στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> Μέσ., παραγέλλω στους στρατιώτες να παραταχθούν, σε Αισχύλ.
}}
}}