Anonymous

συνεκπνέω: Difference between revisions

From LSJ
6
(39)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α [[ἐκπνέω]]<br />[[εκπνέω]] [[μαζί]] με κάποιον, [[συναποθνήσκω]].
|mltxt=Α [[ἐκπνέω]]<br />[[εκπνέω]] [[μαζί]] με κάποιον, [[συναποθνήσκω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''συνεκπνέω:''' μέλ. <i>-πνεύσομαι</i>, [[εκπνέω]], [[πεθαίνω]], [[καταλήγω]] μαζί με κάποιον, με δοτ., σε Ευρ.
}}
}}